Κυριακή, 24 Νοεμβρίου 2024

Διεθνής Ημέρα Νοσηλευτών

12/05/2012
Διεθνής Ημέρα Νοσηλευτών

Η Διεθνής Ημέρα Αδελφών Νοσοκόμων γιορτάζεται κάθε χρόνο από το 1965 στις 12 Μαΐου, με πρωτοβουλία του Διεθνούς Συμβουλίου Αδελφών Νοσοκόμων.

Η γιορτή αυτή θέλει να θυμίσει σε όλους μας την ανεκτίμητη συνεισφορά των νοσοκόμων σε κάθε κοινωνία. Η νοσηλευτική, γενικώς, θεωρείται ένα από τα πιο υποεκτιμημένα και κακοπληρωμένα επαγγέλματα.

Η 12η Μαΐου καθιερώθηκε ως Διεθνής Ημέρα Αδελφών Νοσοκόμων για να τιμήσει τη γέννηση το 1820 της Φλόρενς Ναϊτινγκέιλ, της αγγλοϊταλίδας φιλανθρώπου που θεωρείται η ιδρύτρια της σύγχρονης νοσηλευτικής.

Το φετινό της θέμα είναι : Γεφυρώνοντας το χάσμα: Από την τεκμηρίωση στην πράξη.

Σύμφωνα με το μεταφρασμένο κείμενο του International Council of Nurses, του Διεθνούς Συμβουλίου Αδελφών Νοσοκόμων δηλαδή, και με αφορμή τον φετινό εορτασμό της Διεθνούς Ημέρας Νοσηλευτών τονίζονται τα παρακάτω:

"Αναζητώντας ποιότητα και πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη θα πρέπει συνεχώς κατά την παροχή φροντίδας να προσπαθούμε να εφαρμόζουμε την "νοσηλευτική βασισμένη σε ενδείξεις".

Σήμερα, οι ανισότητες όσον αφορά την ποιότητα και την ποσότητα των υπηρεσιών υγείας, όπως επίσης και οι μειωμένοι οικονομικοί πόροι αποτελούν πρόκληση για όλα τα Συστήματα Υγείας, παγκοσμίως. Η λήψη αποφάσεων, που στηρίζεται σε ελλιπή ενημέρωση, αποτελεί ένα από τους κύριους λόγους για την αποτυχία παροχής των υπηρεσιών περίθαλψης κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Επίσης, είναι δυνατόν να οδηγήσει σε λιγότερο αποτελεσματική και άνιση διαθεσιμότητα των υπηρεσιών υγείας. Η χρήση των ενδείξεων κατά την παροχή φροντίδας αποτελεί έναν σημαντικό αλλά ταυτόχρονα εφικτό τρόπο βελτίωσης τηςαπόδοσης του συστήματος υγείας.

Η αυξημένη διαθεσιμότητα της πληροφόρησης υποδηλώνει, ότι η εύρεση των στοιχείων αυτών είναι εύκολη. Τώρα, περισσότερο από ποτέ, οι νοσηλευτές χρειάζετα ινα μάθουν όχι μόνο πώς να συλλέξουν τις ενδείξεις, αλλά και πώς να εφαρμόσουν τη γνώση αυτή στην καθημερινή κλινική πράξη.

Ωστόσο, όλες οι ενδείξεις δεν είναι ισχυρές ή αξιόπιστες. Οι νοσηλευτές θα πρέπει να μάθουν να αναγνωρίζουν τις καλύτερες από τις διαθέσιμες ενδείξεις, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες και τις προτιμήσεις των χρηστών των υπηρεσιών υγείας, ενώ χρησιμοποιώντας την προσωπική τους εμπειρογνωμοσύνη, τις δεξιότητές τους και την κλινική τους κρίση θα πρέπει να μάθουν να αναγνωρίζουν τη σκοπιμότητα της χρήσης των ενδείξεων στο δικό τους πλαίσιο.

Αυτό το κείμενο της Διεθνούς Ημέρας του Νοσηλευτή του 2012 ενδυναμώνει του ςνοσηλευτές να αναγνωρίσουν ποιές ενδείξεις θα εφαρμόσουν στην πράξη και πως θατις ερμηνεύσουν και τέλος εφόσον τα αναμενόμενα αποτελέσματα είναι αρκετά σημαντικά να αλλάξουν την πρακτική και να χρησιμοποιήσουν τους πολύτιμους πόρους που μπορεί να χρειάζονται.

Ο Διεθνής Σύνδεσμος Νοσηλευτών υποστηρίζει, ότι οι νοσηλευτές είναι σε θέση ναπαρέχουν σημαντικές πληροφορίες σχετικά με το πλαίσιο παρέμβασης, για διάφορα συστήματα, για τις ανάγκες της ομάδας του πληθυσμού και για το ρόλο των τοπικών πολιτικών και κοινωνικών παραγόντων.

Η εφαρμογή μιας προσέγγισης βασισμένης σε ενδείξεις αποτελεί μια πρόκληση για τους νοσηλευτές."

Στη συνέχεια της ίδιας έκθεσης αποσαφηνίζονται:

"Η διαθεσιμότητα της πληροφόρησης και η ανάπτυξη της επιστήμης έχουν οδηγήσει σε σημαντική βελτίωση όσον αφορά την έκβαση των προβλημάτων υγείας, παγκοσμίως.

Ωστόσο, οι διαφορές ως προς την έκβαση, οι ανισότητες στην παροχή υγείας και η φτωχή παροχή φροντίδας εξακολουθούν να αποτελούν πρόκληση για τους επαγγελματίες υγείας.

Παγκοσμίως, οι μισοί από τους θανάτους θα μπορούσαν να είχαν προληφθεί με απλές, φθηνές, και αποτελεσματικές παρεμβάσεις.

Σύμφωνα με τον Π.Ο.Υ. παρατηρούνται ελλείψεις ως προς τον τρόπο διάθεσης αυτών των παρεμβάσεων στα άτομα που τις χρειάζονται.

Μεγαλύτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί όχι μόνο στην ανακάλυψη νέων νοσηλευτικών εφαρμογών, φαρμάκων και διαγνωστικών μεθόδων, αλλά και στον τρόπο που εφαρμόζεται η θεωρία στην καθημερινή κλινική πράξη.

Με άλλα λόγια, το πώς καλύπτεται το κενό ανάμεσα στην νοσηλευτική βασισμένη σε ενδείξεις και στην πράξη.

Οι νοσηλευτές στο σύνολο τους θα πρέπει να κατανοήσουν τον ρόλο που διαδραματίζουν στην εφαρμογή της νοσηλευτικής βασισμένης σε ενδείξεις στην κλινική πρακτική. Παρότι, πολύ συχνά οι ρόλοι αυτοί είναι αντικρουόμενοι, είναι σημαντικό να αναπτυχθούν οι δεξιότητες και να διασφαλισθεί η στενή συνεργασία με τους συναδέλφους με απώτερο σκοπό τη μεγιστοποίηση του ερευνητικού αποτελέσματος και οφέλους.

Επίσης, οι νοσηλευτές αναμεταδίδουν τη γνώση και πολύ συχνά είναι ικανοί να παρέχουν σημαντική πληροφόρηση για το πλαίσιο παρέμβασης, για τα διαφορετικά συστήματα υγείας, για τους πληθυσμούς και για το ρόλο που διαδραματίζουν οι τοπικοί και κοινωνικοί παράγοντες. Η κατανόηση αυτού του ρόλου είναι σημαντική για την ίδρυση τοπικών υπηρεσιών υγείας και την ανάπτυξη νέων τρόπων εργασίας.

Θεωρείται υποχρεωτική η δέσμευση όλων των νοσηλευτών ως προς την ανάπτυξη ενός περιβάλλοντος εργασίας που να λειτουργεί ύστερα από λήψη αποφάσεων στην νοσηλευτική βασισμένη σε ενδείξεις και στην κλινική πρακτική. Ωστόσο, απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη αυτού του σκοπού είναι οι ερευνητικές ομάδες να συνεργάζονται στενά με τα άτομα που εφαρμόζουν τα ευρήματα των ερευνών, συμπεριλαμβανομένης της ευρύτερης νοσηλευτικής κοινότητας. Ο σκοπός αυτός δεν είναι πάντα εφικτός για πολλούς λόγους, αλλά χωρίς αυτό το μοντέλο συνεργασίας παρατηρείται απώλεια των ερευνητικών ευρημάτων και απαιτείται περισσότερος χρόνος για πολύ σημαντικά ευρήματα να εφαρμοστούν πλήρως στην πράξη."

Ακόμα:

"Η επίτευξη των στόχων ανάπτυξης της χιλιετίας, όπως προτάθηκαν από τα Ηνωμένα Έθνη, αποτελεί παγκόσμια πρόκληση η οποία καλεί όλο το δυναμικό των νοσηλευτών σε δράση.

Απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη αυτών των στόχων όπως και πολλών άλλων σχετιζόμενων με την υγεία είναι η εφαρμογή μιας πληροφορημένης πολιτικής υγείας και καλά οργανωμένων σχεδίων δράσης. Οι συνήθειες κατά την εφαρμογή νοσηλευτικής πράξης αποτελούν το κύριο εμπόδιο για την επίτευξη αυτών των στόχων. Η λήψη αποφάσεων στηριζόμενη σε φτωχή πληροφόρηση είναι ένας από τους κύριους λόγους που ευθύνονται για την αποτυχία παροχής υπηρεσιών με το καλύτερο δυνατό τρόπο και μπορεί επίσης να συμβάλλει σε διαφοροποιήσεις στην κλινική πράξη, που καθιστούν τις υπηρεσίες υγείας λιγότερο αποτελεσματικές, ανεπαρκείς και άνισες.

Για διαφορετικούς λόγους, απαιτείται συνετή διαχείριση των κεφαλαίων και η τεκμηρίωση παίζει σημαντικό ρόλο σε αυτό τον τομέα.

Από τις αρχές του 1990, παρατηρείται στροφή προς την ιατρική βασισμένη σε ενδείξεις, η οποία επικεντρώθηκε στη λήψη ιατρικών αποφάσεων. Η προσπάθεια αυτή αναπτύχθηκε από μια ομάδα ερευνητών στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ στο Οντάριο, που έθεσε ως στόχο τον επαναπροσδιορισμό της ιατρικής βασισμένη σε ενδείξεις, έτσι ώστε να καθίσταται ευκολότερη η συλλογή και εφαρμογή των πληροφοριών. Απώτερος στόχος ήταν η μετατόπιση της ιατρικής από μια θεώρηση που βασίζονταν στην κλινική εμπειρία και λιγότερο στην τεκμηριωμένη ιατρική πρακτική και χαρακτηρίζονταν από φτωχή καταγραφή των αποτελεσμάτων και τις προκαταλήψεις ατόμων προς μια θεώρηση όπου αξιολογούνταν ως περισσότερο σημαντικές η μη-προκατειλημμένη και σωστά καταγραμμένη πληροφόρηση όπως επίσης και τα οφέλη του ασθενή.

Αυτή η προσέγγιση άρχισε γρήγορα να αναδεικνύει τα πραγματικά οφέλη για τους ασθενείς και τη μείωση του κόστους. Σύντομα, αναδείχθηκαν και άλλοι υποστηρικτές και οι βασικές αρχές αυτής της προσέγγισης υιοθετήθηκαν από πολλά συστήματα υγείας, συμπεριλαμβανομένων των χρηστών των υπηρεσιών υγείας, των υπευθύνων παροχής υγείας και φυσικά των νοσηλευτών.

Μια αρχική κριτική της νοσηλευτικής βασισμένη σε ενδείξεις προέκυψε από την αντίληψη ότι οι περισσότερες πρακτικές καθορίζονταν από τα ευρήματα ερευνών. Αυτό αποτέλεσε μια πρόκληση για τη νοσηλευτική όπου το ερευνητικό πεδίο έχει πολλά περιθώρια ανάπτυξης. Σύμφωνα με το μοντέλο νοσηλευτικής βασισμένης σε ενδείξεις (evidence-based practice), οι αποφάσεις σπάνια βασίζονται μόνο στην εμπειρία, αλλά αντίθετα, παίζουν σημαντικό ρόλο οι αποφάσεις, οι αξίες και οι προσωπικοί παράγοντες.

Είναι σαφές, ότι οι νοσηλευτές που χρησιμοποιούν την τεκμηριωμένη νοσηλευτική στην καθημερινή κλινική πράξη είναι περισσότερο ικανοί να θέτουν ερωτήματα για τον τόπο και το χρόνο που θα τροποποιήσουν την πρακτική, να αποδείξουν ότι στηρίζουν τη λήψη αποφάσεων στη καλύτερη δυνατή πληροφόρηση, όπως επίσης να εκτιμήσουν κάθε εφαρμογή και να γνωρίζουν ότι τα αποτελέσματα που εκτιμώνται είναι κατάλληλα και αποδεκτά. Αυτός είναι ο λόγος που ο Διεθνής Σύνδεσμος Νοσηλευτών προάγει και υποστηρίζει την νοσηλευτική βασισμένη σε ενδείξεις μέσα από δημοσιεύσεις και μέσα από το δίκτυο έρευνας."

Πηγή: Εθνικός Σύνδεσμος Νοσηλευτών Ελλάδος: Διεθνής Ημέρα Νοσηλευτών 2012 (Μεταφρασμένο κείμενο ICN)